Ωδή του ψωμιού*

Ταξιδεύοντας στην Σαρδηνία, στις απαρχές κάποιου χειμώνα, τη βρήκα τυλιγμένη μες σε υγρές συννεφιές και τη σιωπή της, αποκλεισμένη στην ερημιά της και στραμμένη στον εαυτό της. Κι έτσι την χάρηκα, τριγυρνώντας στην αγροτική καρδιά του νησιού, μακριά από τις πολύβουες και ματαιόδοξες παραλίες του καλοκαιριού που κατά ριπές τις μαστίζουν τα στίφη τ’ αδιάκοπα των Ευρωπαίων λουομένων· τώρα τις έδερναν, λες καθαρτικά, μοναχά τα κύματα κι οι νεροποντές.

Ύστερα από αρκετούς γύρους και περιπλανήσεις, κατέληξα και στην πρωτεύουσά της, το Κάλιαρι. Περπάτησα στην παλιά καστρόπολη που βίγλιζε στον λόφο, θεμελιωμένη γερά στα φαρδιά τείχη που την έζωναν. Διασχίζοντας το πέρασμα από ένα πύργο ορθωμένο ακόμη πανύψηλο και σχεδόν άθικτο, βγήκα προς τη θάλασσα, περνώντας κάτω από τη βαριά ξύλινη καστρόπορτα. Σωφυλλιασμένη με λωρίδες σίδερο, κρεμόταν ψηλά και μ’ αλυσένιες τροχαλίες καρφωνόταν κάποτε στο διάβα του πύργου, σφραγίζοντας το πέρασμα στο κάστρο. Σήμερα απλά σκούριαζε η σιδερένια επένδυσή της, μετέωρη στον αέρα.

Λίγο πιο κάτω, σ’ ένα παλιότερο κτήριο, πήραν τα μάτια μου μια έκθεση για την παραδοσιακή τέχνη του ψωμιού, που πλάθουν περίτεχνα για τις γιορτές και τα πανηγύρια του νησιού οι ντόπιοι, τόσο τα θρησκευτικά όσο κι αυτά του κύκλου της χαράς της ανθρώπινης ζωής. Περίεργη κι απρόσμενη έκθεση με όμορφα δείγματα, χαρακτηριστικά της τέχνης της αρτογλυπτικής των Σάρδων: ανθρωπάκια κουκλίστικα, εφταπόδαρες κυράδες για να μετράνε τη Σαρακοστή, κότες, πουλιά, σκαντζοχοιράκια, στεφάνια και λουλούδια, άνθινα σχέδια διακοσμητικά. Κι από δίπλα σε κάθε αρτογλυπτό ένα σημείωμα «non toccare». Εξύψωση σε τέχνη του πιο στοιχειακού, του πιο απλού υλικού της μεσογειακής διαβίωσης, του ψωμιού. Μια θαυμαστή αποθέωση της καθημερινής μετάληψης του άρτου του επιούσιου σε αρτο-ποίημα. Πλάι σ’ ένα από αυτά τα εκθέματα υπήρχε μεταφρασμένη στα ιταλικά η ωδή του Πάμπλο Νερούδα στο ψωμί. Έψαξα να τη βρω γυρισμένη στη γλώσσα μας και κάποτε ευτύχησα να πέσω στη –σχεδόν άγνωστη– μετάφραση του Άρη Δικταίου. Σήμερα, που είναι παγκόσμια μέρα του ψωμιού, θεώρησα ιδανική και πρέπουσα τη συγκυρία για να τη μοιραστώ, μαζί με κάποιες φωτογραφίες από εκείνη την τέχνη, τη σάρδικη, της αρτογλυπτικής.

[Εδώ μπορεί να βρει κανείς εικόνες και πληροφορίες για τη σάρδικη αρτογλυπτική


ΩΔΗ ΣΤΟ ΨΩΜΙ

Ψωμί,
με αλεύρι,
νερό και φωτιά
ανεβαίνεις.
Πυκνό κ’ ελαφρό
απλωμένο και στρογγυλό
επανάλαβαίνεις
την κοιλιά
της μητέρας,
της ισημερίας
βλάστηση
γήινη!
Ψωμί,
Πόσο εύκολο είσαι και βαθύ:
στον άσπρο δίσκο
του φουρνάρικου
οι σειρές σου μακραίνουν
σαν εργαλεία, σαν πιάτα
ή σαν χαρτιά,
και ξάφνου
το κύμα
της ζωής,
ο γάμος του σπόρου
και της φωτιάς
και μεγαλώνεις, μεγαλώνεις
ξάφνου
σαν κορμός, στόμα, στέρνο,
λόφοι της γης,
ζωές,
η ζέστα ανεβαίνει,
η πληρότητα,
της ευφορίας ο άνεμος
σε κατακλύζουν
και τότε
το χρυσαφένιο χρώμα σου
ακινητείται, τις μορφές σου
γονιμοποιώντας·
η καστανή ουλή σου
τύπωσε το κάψιμό της
σ’ όλο το σύστημά σου
που ’ναι
από ημισφαίρια χρυσαφένια.
Τώρα,
ανέγγιχτο, είσαι
πράξη του ανθρώπου,
θαύμα που επαναλαβαίνεται,
της ζωής θέληση.
Ω ψωμί για κάθε
στόμα,
δε σε παρακαλούμε.
Οι άνθρωποι
δεν είναι ζητιάνοι
στην πόρτα αόριστων Θεών
ή σκοτεινών Αγγέλων.
Με τη θάλασσα και τη γη
θα κάνουμε ψωμί, θα σπείρουμε στάρι
στη γη και στους πλανήτες.
Το ψωμί για το
κάθε στόμα, και τον κάθε
άνθρωπο,
κάθε μέρα θα έρχεται
γιατί θα έχουμε πάει
να το σπείρουμε
και να το κάνουμε, όχι
για έναν άνθρωπο, μα
για όλους.
Το ψωμί, το ψωμί
για κάθε
λαό, και μαζί του
ό,τι έχει
τη μορφή και τη γεύση
του ψωμιού:
η γη,
η ομορφιά,
η αγάπη.

Όλ’ αυτά
γεύση είναι
ψωμιού, μορφή ’ναι
ψωμιού, βλάστηση
αλευριού.

Όλα
υπάρχουνε μόνο
για να μοιραστούν,
για να δοθούν,
για να πληθύνουν.
Γι’ αυτό, ψωμί,
αν αποφεύγεις
το σπίτι του ανθρώπου,
αν σε κρύβουν
και σ’ αρνούνται,
αν ο φιλάργυρος
σ’ εκπορνεύει
κι ο πλούσιος
σε προαγοράζει,
αν το στάρι
δε γυρεύει
το αυλάκι της γης,
ψωμί,
δε θα παρακαλούμε,
ψωμί,
δε θα ζητιανεύουμε,
θ’ αγωνιστούμε για σένα
μ’ άλλους και μ’ άλλους,
μ’ όσους πεινούνε.
Θα πάμε να σε ζητήσουμε
στον ποταμίσιο
βυθό
και στους αγέρες.
Θα μοιραστούμε όλη
τη γη, για να μπορείς
να βλασταίνεις, κ’ η γη
θα προχωρήσει μαζί μας,
το νερό, η φωτιά ο άνθρωπος
θα αγωνιστούνε μαζί μας.

Θα πάμε στεφανωμένοι
με στάχυα,
καταχτητές
της γης και του ψωμιού
για όλους,
και τότε
κ’ η ζωή
θα γίνει όπως
ψωμί, βαθιά κι απλή
και αρείφνητη κι αγνή.
Όλα τα όντα
δικαίωμα θα ’χουν
στη γη, στη ζωή. Και τέτοιο
το ψωμί θα ’ναι
του μέλλοντος, ψωμί για κάθε
στόμα, ιερό,
αφιερωμένο
γιατί θα ’ναι ο καρπός
του πιο μακρού, πιο σκληρού
ανθρώπινου αγώνα.
Η γήινη νίκη
δεν έχει φτερούγες:
ψωμί έχει στους ώμους.
Για να ελευθερώσει
τη γη, πετά, θαρραλέα,
σαν φουρνάραινα,
που την έχει πάρει
ο άνεμος.

Πάμπλο Νερούδα

(μτφρ. Άρης Δικταίος, Σ’ αναζήτηση του απολύτου: Ανθολογία της παγκοσμίου ποιήσεως, Ἀθήνα 1962, Φέξης, σ. 490-491)



* Δημοσιευμένο στο ηλεκτρονικό Νέο Πλανόδιον, στις 16-10-2023, εδώ.

Leave a comment